- ορβουλίνη
- (robulina). Γένος τρηματόφορων πρωτόζωων της οικογένειας των γλοβιγυρινιδών. Οι ο. είναι πελάγια τρηματόφορα, που μοιάζουν με τις γλοβιγυρίνες, με μονοθάλαμο, ασβεστολιθικό κέλυφος και που ζουν σε όλες τις θάλασσες. Απολιθωμένα πρωτόζωα του είδους βρέθηκαν στις μειοκαινακές αποθέσεις της Ζακύνθου.
* * *ηζωολ. ριζόποδο σαρκόζωο πρωτόζωο με ασβεστολιθικό αγκαθωτό κέλυφος.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. orbulina (< λατ. orbis «κύκλος» + -ulus + -ina)].
Dictionary of Greek. 2013.